1.1.13

Ὁ θεῖος Ἄγγελος μὲ τὰ πτερόεντα δῶρα... (Ἀντὶ πρωτοχρονιάτικου μηνύματος)

Ξένος τοῦ κόσμου καὶ τῆς σαρκός, κατῆλθε τὴν παραμονὴν ἀπὸ τὰ ὕψη, συστείλας τὰς πτερύγας ὅπως τὰς κρύπτη, θεῖος Ἄγγελος. Ἔφερε δῶρα ἀπὸ τὰ ἄνω βασίλεια διὰ νὰ φιλεύση τοὺς κατοίκους τῆς πρωτευούσης. Ἦτον ὁ καλὸς Ἄγγελος τῆς πόλεως.
Ἐκράτει εἰς τὴν χεῖρα ἓν ἄστρον καὶ ἐπὶ τοῦ στέρνου του ἔπαλλε ζωὴ καὶ δύναμις καὶ ἀπὸ τὸ στόμα του ἐξήρχετο πνοὴ θείας γαλήνης. Τὰ τρία ταῦτα δῶρα ἤθελε νὰ μεταδώση, σὲ ὅλους ὅσοι προθύμως τὰ δέχονται.
Εἰσῆλθεν ἐν πρώτοις εἰς ἓν ἀρχοντικὸν μέγαρον. Εἶδεν ἐκεῖ τὸ ψεῦδος καὶ τὴν σεμνοτυφίαν, τὴν ἀνίαν καὶ τὸ ἀνωφελὲς τῆς ζωῆς, ζωγραφισμένα εἰς τὰ πρόσωπα τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικὸς καὶ ἤκουσε τὰ δύο τεκνία νὰ ψελλίζωσι λέξεις, εἰς ἄγνωστον γλῶσσαν. Ὁ Ἄγγελος ἐπῆρε τὰ τρία οὐράνια δῶρα του καὶ ἔφυγε, τρέχων ἐκεῖθεν.
Ἐπῆγεν εἰς τὴν καλύβην πτωχοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀνὴρ ἔλειπεν ὅλην τὴν ἑσπέραν εἰς τὴν ταβέρναν. Ἡ γυνὴ ἐπροσπάθει ν' ἀποκοιμίση μὲ ὀλίγον ξηρὸν ἄρτον τὰ πέντε τέκνα, βλασφημοῦσα ἅμα τὴν ὥραν, ποὺ εἶχεν ὑπανδρευθῆ. Τὰ μεσάνυχτα ἐπέστρεψεν ὁ σύζυγός της, αὐτὴν τὸν ὕβρισε νευρικὴ μὲ φωνὴν ὀξεῖαν, ἐκεῖνος τὴν ἔδειρε μὲ τὴν ράβδον τὴν ὀζώδη καὶ μετ’ ὀλίγον οἱ δύο ἐπλαγίασαν, χωρὶς νὰ κάμουν τὴν προσευχήν των καὶ ἤρχισαν νὰ ροχαλίζουν μὲ βαρεῖς τόνους. Ἔφυγεν ἐκεῖθεν ὁ Ἄγγελος.
Ἀνέβη εἰς μέγα κτίριον πλουσίως φωτισμένον. Ἦσαν ἐκεῖ πολλὰ δωμάτια μὲ τραπέζας καὶ ἐπάνω των ἔκυπτον ἄνθρωποι μετροῦντες ἀδιακόπως χρήματα, παίζοντες μὲ χαρτία. Ὠχροὶ καὶ δυστυχεῖς, ὅλη ἡ ψυχή των ἦτο συγκεντρωμένη εἰς τὴν ἀσχολίαν ταύτην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε τὸ πρόσωπον μὲ τὰς πτερύγας του, διὰ νὰ μὴ βλέπῃ καὶ ἔφυγε δρομαῖος. Εἰς τὸν δρόμον συνήντησε πολλοὺς ἀνθρώπους, ἄλλους ἐξερχομένους ἀπὸ τὰ καπηλεῖα, οἰνοβαρεῖς καὶ ἄλλους κατερχομένους ἀπὸ τὰ χαρτοπαίγνια, μεθύοντας χειροτέραν μέθην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε μὲ τὰς πτερύγας τὰ ὦτα, διὰ νὰ μὴ ἀκούῃ καὶ ἀντιπαρῆλθεν.
Ὑπέφωσκεν ἤδη ἡ πρωΐα τῆς πρωτοχρονιᾶς καὶ ὁ Ἄγγελος διὰ νὰ παρηγορηθῆ, εἰσῆλθεν εἰς μίαν ἐκκλησίαν. Ἀμέσως, πλησίον της θύρας, εἶδεν ἀνθρώπους νὰ μετροῦν νομίσματα, μόνον πὼς δὲν εἶχον παιγνιόχαρτα εἰς τὰς χεῖρας καὶ εἰς τὸ βάθος, ἀντίκρυσεν ἕνα ἄνθρωπον χρυσοστόλιστον καὶ μιτροφοροῦντα, ὡς Μῆδον σατράπην τῆς ἐποχῆς τοῦ Δαρείου, ποιοῦντα διαφόρους ἀκισμοὺς καὶ ἐπιτηδευμένας κινήσεις. Δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ἄλλοι μερικοὶ ἔψαλλον μὲ πεπλασμένας φωνάς, «τὸν Δεσπότην καὶ ἀρχιερέα»!
Ὁ Ἄγγελος δὲν εὗρε παρηγορίαν. Ἐπῆρε τὰ πτερόεντα δῶρα του, τὸ ἄστρον τὸ προωρισμένον νὰ λάμπῃ εἰς τὰς συνειδήσεις, τὴν αὔραν, τὴν ἱκανὴν διὰ νὰ δροσίζῃ τὰς ψυχάς, καὶ τὴν ζωήν, τὴν πλασμένην διὰ νὰ πάλλῃ εἰς τὰς καρδίας, ἐτάνυσε τὰς πτερύγας καὶ ἐπανῆλθεν εἰς τὰς οὐρανίας ἁψῖδας.

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Εὐχόμεθα ἀπὸ καρδίας, νὰ ἀποτελέση ἡ νέα χρονιὰ ἀφορμή, γιὰ νὰ βρῆ ἐπὶ τέλους ὁ θεῖος Ἄγγελος παρηγοριά, καὶ νὰ μεταδώση ἁπλόχερα τὰ τρία δῶρα τῶν ἄνω βασιλείων, σὲ κάθε ἑλληνικὸ σπίτι!
Καλὴ καὶ εὐλογημένη χρονιά!

ΕΘΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...