Περπατούσαν επί ημέρες αμίλητοι οι δύο ερημίτες, χωρίς κάτι να τους ταράζει την εσωτερική τους σιωπή και προσευχή. Κάποια στιγμή κοντά σε μία όαση κύλαγε ήρεμα τα νερά του, ένα ρηχό ποταμάκι.
Δίπλα στην όχθη μία κοπέλλα έκλαιγε, γιατί φοβόταν να το διασχίσει. Μόλις είδε τους δύο ερημίτες, αναθάρρησε και τους παρεκάλεσε να την βοηθήσουν να περάση απέναντι. Ο γηραιότερος την πήρε αγκαλιά στα μπράτσα του και την μετέφερε στην αντιπέρα όχθη, χωρίς όμως να διακόψη την σιωπή του...
Μετά μία εβδομάδα σιωπηλής πορείας, ο νεότερος μοναχός δεν άντεξε και ερώτησε τον γηραιότερο συνοδοιπόρο του ερημίτη:
Δάσκαλε, πώς μπόρεσες και πήρες αγκαλιά εκείνη την πανέμορφη κοπέλλα; Και ο γέροντας χωρίς να διακόψη την εσωτερική του προσευχή, του απήντησε λακωνικά: Καλά, εσύ ακόμα την 'κουβαλάς';
"Παπαφλέσσας"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου